- συμπλάτος
- το, Ναστρον. το συμπλήρωμα τού γεωγραφικού πλάτους ενός τόπου ή στίγματος πλοίου, δηλαδή η γωνία η οποία πρέπει να προστεθεί στη γωνία πλάτους για να ισούται το άθροισμα με 90°.[ΕΤΥΜΟΛ. < συν-* + πλάτος].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ναυσιπλοΐα — Η πρακτική και η τεχνική του πλου. Διακρίνεται σε θαλάσσια ν. και σε ν. κλειστών υδάτων: η πρώτη περιλαμβάνει την ποντοπλοΐα, που εκτείνεται σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς, και την ακτοπλοΐα, που περιορίζεται στις κλειστές θάλασσες και… … Dictionary of Greek